Σε άρθρο στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας αναφέρει:
«Η πιο σωστή πρόταση για το νομοσχέδιο-έκτρωμα της κυβέρνησης για τις διαδηλώσεις, είναι η εξής: Να αποσυρθεί τώρα!
Έκτρωμα δεν το καθιστούν μόνο οι αντιγραφές από διατάγματα της χούντας, ούτε το σαθρό έως γελοίο των επιχειρημάτων που αξιοποιούν κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Η πραγματικότητα είναι πολύ πιο απλή. Γιατί προφανώς τα 200.000 λουκέτα σε μικρές και ατομικές επιχειρήσεις, τα προηγούμενα χρόνια, μπήκαν λόγω της καπιταλιστικής κρίσης. Για τους μειωμένους τζίρους δεν φταίνε οι συγκεντρώσεις, αλλά το τσακισμένο λαϊκό εισόδημα.
Έκτρωμα, κυρίως, καθιστά το νομοσχέδιο, πέρα από τις γενικευμένες απαγορεύσεις και διώξεις, το βαθιά αντιδραστικό ιδεολογικό αποτύπωμα που το διαπερνά από την αρχή ως το τέλος. Είναι διατάξεις για τη λεγόμενη “ιδεολογία της βίας” και το “ριζοσπαστισμό”, που μάλιστα τον τσουβαλιάζουν με διάφορες μορφές υπαρκτής βίας, όπως την ενδοοικογενειακή ή την ενδοσχολική βία. Μάλιστα, προβλέπει τη σύσταση αρμόδιας υπηρεσίας που θα προωθεί την “αποριζοσπαστικοποίηση” με έναν σύγχρονο ιδεολογικό, κατασταλτικό, χαφιεδίστικο μηχανισμό, για να συκοφαντήσει, να ποινικοποιήσει τη δράση όποιου αντιστέκεται, παλεύει, αμφισβητεί, συγκρούεται με τη σημερινή δικτατορία του κεφαλαίου. Αυτά δεν συνιστούν πρωτοτυπία της ΝΔ. Ατόφια βρίσκονται σε κείμενα της ΕΕ, που με πρόσχημα την ασφάλεια επιδιώκει να βάλει “στο γύψο” τις διαδηλώσεις. Μόλις πριν 6 μήνες, σε έκθεση της ΕΕ καταγράφονταν για πρώτη φορά ρητά οι “λαϊκές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας” ως κίνδυνος για την ασφάλεια. Οι επικίνδυνες προεκτάσεις τέτοιων διατάξεων δεν είναι φαντασία, αλλά είναι ήδη πραγματικότητα. Είναι η επικίνδυνη θεωρία των δύο άκρων, ο αντικομμουνισμός που είναι η επίσημη πολιτική της ΕΕ, που σε πολλές χώρες της διώκονται η κομμουνιστική ιδεολογία και δράση, ακόμα και το σφυροδρέπανο ως σύμβολο. Αυτά καταγράφονται ήδη στη ζωή και όχι απλά σε κείμενα.
Γραμμή προς γραμμή το νομοσχέδιο της κυβέρνησης επιδιώκει να παρουσιάσει όσους συμμετέχουν -και τους πολλούς περισσότερους που σκέφτονται τη συμμετοχή- σε συγκεντρώσεις ως εν δυνάμει συμμετέχοντες σε εγκληματικές ενέργειες.
Είναι ψέμα ότι το νομοσχέδιο δεν αφορά τις διαδηλώσεις χιλιάδων, ειδικά τις “περιφρουρημένες μεγάλες διαδηλώσεις” του ταξικού κινήματος, όπως λέγεται. Στοχεύει και ποινικοποιεί εν δυνάμει κάθε λαϊκή διαμαρτυρία. Ήδη, ασφαλιστικές εταιρείες διαφημίζουν πακέτα για προστασία από διαδηλώσεις και αποζημιώσεις, με την περιβόητη “αστική ευθύνη του διοργανωτή”, που προβλέπεται στο νομοσχέδιο. Αυτός θα σέρνεται στις αίθουσες των δικαστηρίων, αυτός θα εξοντώνεται ηθικά και οικονομικά, για ενέργειες προβοκατόρικων στοιχείων που καμιά σχέση δεν έχουν με το κίνημα, αντίθετα, δρουν χρόνια τώρα με την ανοχή και την κάλυψη του κράτους.
Το βήμα έντασης της καταστολής θα ήταν μετέωρο αν δεν είχαν προηγηθεί άλλα βήματα. Αν δεν είχαν προηγηθεί ο περιορισμός του απεργιακού δικαιώματος, που έφερε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, στο όνομα μάλιστα πάλι της απαράδεκτης λογικής περί “μειοψηφιών που ταλαιπωρούν”! Αν δεν είχε προηγηθεί η μετατροπή των κινητοποιήσεων ενάντια στους πλειστηριασμούς σε ιδιώνυμο αδίκημα (επίσης από την ίδια κυβέρνηση), αν δεν υπήρχε όλο το απαράδεκτο νομικό οπλοστάσιο των τρομονόμων, που φτιάχτηκαν για να τυλίγονται άνθρωποι σε μια κόλλα χαρτί. Αυτούς τους νόμους δεν τους κατάργησε η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις προτάσεις του ΚΚΕ. Αυτήν την επικίνδυνη νομοθεσία επεκτείνει τώρα η ΝΔ.
Οι μεγαλύτεροι θυμόμαστε τον υπουργό Λάσκαρη να δηλώνει όλος καμάρι πως “θα καταργήσουμε την πάλη των τάξεων”. Φυσικά αυτά δεν γίνονται σε μια βαθιά ταξική κοινωνία, όσους νόμους και διατάγματα και αν υπογράψει ο οποιοσδήποτε. Από τότε που οι καταπιεσμένοι άρχισαν να παλεύουν ενάντια στην αδικία, ισχύει ένα πράγμα: “Το δίκιο κρίνεται στους δρόμους του αγώνα”. Και η ιστορία είναι γεμάτη από βρικολακιασμένους νόμους, που ήθελαν να βάλουν “σε γύψο” την ταξική πάλη, τη ριζοσπαστική σκέψη και δράση, αλλά τελικά έμειναν στα χαρτιά. Ίσως μόνο για χρήση άλλη από τους καταπιεσμένους στον “απόπατο” και της ιστορίας και κάθε λογικής».