Το «βιογραφικό» όσων τη συγκροτούν, αλλά και τα πεπραγμένα τους στις λίγες μέρες ζωής που μετράει η «Λαϊκή Ενότητα», σκιαγραφούν με σαφήνεια το κίνητρο για τη συγκρότησή της ως αυτόνομου σχήματος: Να συσκοτίσει τη διαχωριστική γραμμή που διαπερνά την ταξική κοινωνία και χωρίζει το λαό απ’ τους εκμεταλλευτές του. Να αναβιωσει τη χρεοκοπημένη «αντιμνημονιακή» αποπροσανατολιστική ρητορεία, την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να ανατραπούν τα μνημόνια χωρίς τις αιτίες που τα γεννούν, δηλαδή τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, τον στόχο ανάκαμψης υπέρ του κεφαλαίου, τη συμμετοχή στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Η πρώην «Αριστερή Πλατφόρμα» έχει ήδη κάνει τα πρώτα βήματα προσαρμογής της ως «Λαϊκή Ενότητα» στα χνάρια που βάδισε ο ΣΥΡΙΖΑ από το 2012 μέχρι το 2015. Ετσι, ενώ όσο ήταν εντός ΣΥΡΙΖΑ μίλαγε ανοιχτά για τον στόχο εξόδου απ’ το ευρώ, που υποτίθεται ότι θα άνοιγε τον δρόμο για τη σοσιαλιστική αλλαγή (!!!) – επιλογή βεβαίως που σημαίνει καπιταλιστική Ελλάδα με εθνικό νόμισμα και δεν αποτελεί διέξοδο για το λαό, αφού απλώς θα αλλάξει ο τρόπος χρεοκοπίας του – τώρα λέει για έξοδο απ’ το ευρώ μόνο αν χρειαστεί! Ουσιαστικά υιοθετώντας όλο το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ, το ξανασερβίρει ως καινούριο.
Ο ρόλος που καλείται να παίξει η πρώην «Αριστερή Πλατφόρμα» του ΣΥΡΙΖΑ, από διαφορετική θέση αλλά στο ίδιο «στρατόπεδο», έχει να κάνει με την ανάγκη δυνατών «αμορτισέρ» που θα απορροφούν τους κοινωνικούς κραδασμούς, συνέπεια της εφαρμογής μιας σκληρής αντιλαϊκής στρατηγικής, την ανάγκη να στηθούν νέα αναχώματα για την απόκρουση του κινδύνου για το κεφάλαιο να βαθύνουν διεργασίες ριζοσπαστικοποίησης στις λαϊκές συνειδήσεις. Ταυτόχρονα βεβαίως απηχεί βλέψεις και προβληματισμούς που διαπερνούν τμήματα της αστικής τάξης, σε σχέση με το ζήτημα παραμονής της Ελλάδας στην ευρωζώνη σαν αναγκαία συνθήκη ανάκαμψης των κερδών τους, και για άλλες επιλογές ως προς τις νομισματικές τους συμμαχίες.
Οσοι συγκροτούν τη «Λαϊκή Ενότητα» εξάλλου, γνωρίζουν πολύ καλά αυτόν τον ρόλο απ’ τη «θητεία» τους στον ΣΥΡΙΖΑ, όπου εξασκήθηκαν επί μακρόν στο να «σερβίρουν» στο λαό αυταπάτες και ψευδαισθήσεις, να συντηρούν την απάτη ότι μπορεί εντός του καπιταλισμού, της εξουσίας του κεφαλαίου, να υπάρχει λύση για το λαό.
Η προσπάθειά της στηρίζεται στην απάτη περί αναδιανομής υπέρ του λαού, στην απάτη περί της δυνατότητας η Ελλάδα να αποκτήσει ισότιμη θέση στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, στο καμουφλάρισμα προτάσεων αστικής διαχείρισης ως ριζοσπαστικών, αλλά και στη φιλοτέχνηση προφίλ «νέας» και «άφθαρτης» τάχα δύναμης.
«Θέλουμε να είμαστε ένα μέτωπο λαϊκής ενότητας, για μια μεγάλη και δίκαιη αναδιανομή του πλούτου στη χώρα, με κύριο όπλο μια πραγματικά δίκαιη και απλή φορολογική μεταρρύθμιση».
Αυτά δηλώνει ο επικεφαλής της «Λαϊκής Ενότητας» Π. Λαφαζάνης και πίσω από κάθε αράδα διακρίνεται η προσπάθεια να πει στο λαό ότι είναι δυνατόν και η πίτα να μείνει ολόκληρη και ο σκύλος να χορτάσει. Και τα κέρδη να ανακάμψουν και τα λαϊκά εισοδήματα. Οι τράπεζες να στηρίζουν και το κεφάλαιο και το λαό. Το αστικό κράτος να στηρίζει και τους επιχειρηματικούς ομίλους και τις λαϊκές ανάγκες.
Η «ΛΑ.ΕΝ.» παρουσιάζει σε νέα εκδοχή το παλιό σοσιαλδημοκρατικό αίτημα περί «δίκαιης» αναδιανομής του εισοδήματος υπέρ των λαϊκών στρωμάτων, ζήτημα που έθετε άλλωστε και ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά, αλλά υπονοεί ακόμα και σήμερα, με το «παράλληλο πρόγραμμα» που υπόσχεται ότι θα υλοποιεί ταυτόχρονα με το μνημόνιο.
Βεβαίως, κανένα απ’ τα δύο κόμματα δεν αμφισβητεί την καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, μάλιστα και η «ΛΑ.ΕΝ.» διακηρύσσει ως στόχο της την καπιταλιστική ανάκαμψη, την ανάκαμψη δηλαδή της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων, που εύηχα αποκαλεί «παραγωγική ανασυγκρότηση», «με στήριξη των ιδιωτικών επενδύσεων», όπως χαρακτηριστικά δηλώνει το στέλεχός της Κ. Λαπαβίτσας.
Πρόκειται για μια πολιτική απάτη «πολυφορεμένη» σε όλο τον 20ό αιώνα. Η κατανομή εισοδήματος καθορίζεται από το ποιος έχει στα χέρια του τα μέσα παραγωγής, από το ποιος κατέχει τον πλούτο που παράγεται. Στη σημερινή καπιταλιστική κοινωνία, καθορίζεται από την καπιταλιστική ιδιοκτησία και τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Αντικειμενικά, η μερίδα του λέοντος του κοινωνικού πλούτου βρίσκεται στα χέρια μιας χούφτας μετόχων μονοπωλιακών ομίλων, των καπιταλιστών, της εργοδοσίας και ένα πολύ μικρότερο μέρος στα εργατικά – λαϊκά στρώματα.
Το κράτος, που δεν είναι ουδέτερο, αλλά κράτος της εξουσίας του κεφαλαίου, των μονοπωλίων, παρεμβαίνει με τον κρατικό προϋπολογισμό και άλλους μηχανισμούς στην κατανομή του παραγόμενου εισοδήματος, χωρίς να μπορεί να αλλάξει την παραπάνω σχέση, αντίθετα ενισχύοντάς την και περιφρουρώντας την.
Κάθε κυβέρνηση που αποτελεί όργανο αυτής της εξουσίας, είναι υποχρεωμένη να κινηθεί μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια και με πρώτη προτεραιότητα τη στήριξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Αυτή είναι η γενική αρχή. Ας δούμε πώς μεταφράζεται αυτό σε σημερινές συνθήκες, που η ελληνική καπιταλιστική οικονομία δεν έχει βγει από την οικονομική κρίση, δηλαδή για να επιτευχθεί ο στόχος της καπιταλιστικής ανάκαμψης που προβάλλει και η «ΛΑ.ΕΝ.».
Το κεφάλαιο δεν κρύβει τις αξιώσεις του για διαμόρφωση ενός πιο ευνοϊκού περιβάλλοντος για επενδύσεις, για στήριξη των επενδυτικών δραστηριοτήτων με κρατικό και ευρωενωσιακό χρήμα (βλ. πακέτα Γιούνκερ), της ανταγωνιστικότητάς του. Για στήριξη, δηλαδή, της δυνατότητας των ελληνικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων να αυξάνουν την κερδοφορία τους. Η ικανοποίηση αυτών των αξιώσεων συγκρούεται ακόμα και με τη σκέψη για αναδιανομή υπέρ του λαού.
Η ικανοποίησή τους προϋποθέτει περικοπές σε κρατικές δαπάνες υπέρ των εργατικών – λαϊκών αναγκών, ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, συρρίκνωση του εισοδήματος των λαϊκών στρωμάτων. Η «ΛΑ.ΕΝ.», όπως ο ΣΥΡΙΖΑ παλιότερα, αξιοποιώντας τις αναμνήσεις εποχών που μπορούσε η καπιταλιστική κερδοφορία να συνδυάζεται με σχετικά πιο εκτεταμένες παροχές σε εργατικά – λαϊκά στρώματα, η οποία έχει περάσει ανεπιστρεπτί, κλείνει το μάτι σ’ αυτά τα στρώματα, κοροϊδεύοντας ότι με το δικό της σχέδιο ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας θα μεγαλώσει η πίτα και το κομμάτι που αναλογεί στους εργαζόμενους.
Η αλήθεια είναι οτι η περίφημη αναδιανομή αφορά σε λίγα ψίχουλα προς την ακραία φτώχεια, σαν αυτά που περιελάμβανε και το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα ακόμα λιγότερα κι απ’ αυτά. Για παράδειγμα, ενώ η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει προχωρήσει σε μια αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ σε όλα τα επίπεδα, η «ΛΑ.ΕΝ.» δε θέτει-καν- ζήτημα κατάργησής τους, αλλά μόνο για ορισμένα είδη πλατιάς κατανάλωσης!
Τι απέδειξε, όμως, η 7μηνη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί δεν προχώρησε στην περίφημη αναδιανομή, ούτε καν τα ψίχουλα που υποσχόταν δεν έδωσε; Γιατί τα περιθώρια εντός του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και μάλιστα σε συνθήκες που αντιμετωπίζει δυσκολίες η καπιταλιστική ανάκαμψη, είναι στενά ακόμα και για λίγα ψίχουλα.
Δεν είδαμε αλήθεια τους πρώην υπουργούς που σήμερα βρίσκονται στη «ΛΑ.ΕΝ.» να διαμαρτύρονται γι’ αυτό όταν ήταν μέλη της κυβέρνησης, αντίθετα τους είδαμε να απορρίπτουν μαζί με τους υπόλοιπους προτάσεις που έκανε το ΚΚΕ, προκειμένου να υπάρξουν ορισμένα μέτρα ανακούφισης των εργαζομένων.
Ακόμα, η «ΛΑ.ΕΝ.» υποστηρίζει ότι προκειμένου να υλοποιήσει το πρόγραμμά της, δε θα διστάσει να βάλει θέμα εξόδου απ’ το ευρώ, να περάσει σε εθνικό νόμισμα. Ταυτόχρονα, στελέχη της ομολογούν ότι σε ενα τέτοιο ενδεχόμενο θα ακολουθήσει μια «δύσκολη περίοδος» λιτότητας και λαϊκής χρεοκοπίας, που θα φέρει όμως την ανάκαμψη, την ανάπτυξη (πως αλλιώς!) και από αυτήν …έχει να προσβλέπει ο λαός τα περί αναδιανομής!
Δηλαδή, τα περί αναδιανομής υπέρ των λαϊκών στρωμάτων αποτελούν το «τυρί στη φάκα» που στήνουν, με στόχο οι εργαζόμενοι να στηρίξουν το στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης η οποία όμως προϋποθέτει ετσι ή αλλιώς εντός ή εκτός ευρώ την χρεωκοπία τους.
Συνεπώς, είναι καθαρό ότι η πραγματική κατανομή εισοδήματος υπέρ της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων, προϋποθέτει την ανατροπή της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, τη μετατροπή σε λαϊκή ιδιοκτησία του πλούτου που παράγεται. Χωρίς αυτά κάθε συζήτηση για αναδιανομή υπέρ του λαού ισοδυναμεί με απροκάλυπτη κοροϊδία. Πολύ περισσότερο όταν υποστηρίζεις οτι θα πραγματοποιήσεις αναδιανομή υπερ των εργαζομένων ενώ έχεις ως στόχο την ανάκαμψη των κερδών του κεφαλαίου. Η 7μηνη πορεία της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ήταν αποκαλυπτική.
«Η Ευρώπη θα αλλάξει μόνο αν μία χώρα και στη συνέχεια ομάδα χωρών, ξεφύγουν από την ευρωζωνική φυλακή και ανατρέψουν τα αγοραία δεσμά της ΕΕ, διαμορφώνοντας προϋποθέσεις για μια νέα, ισότιμη συνεργασία λαών και χωρών της Ευρώπης, βασισμένη σε γνήσιες προοδευτικές αρχές και αξίες, χωρίς ηγεμονισμούς και νεοαποικιακές αποφύσεις». Αυτά ισχυρίζεται ο Π. Λαφαζάνης, καταγγέλλοντας ότι «δεν μπορεί να υπάρχει δημοκρατία αν είμαστε προτεκτοράτο, αν Μέρκελ και Γιούνκερ καθορίζουν τις πολιτικές εξελίξεις».
Τα περί ισότιμης θέσης στην ΕΕ, όπου είμαστε υποτίθεται συνιδιοκτήτες και όχι ενοικιαστές, έλεγε και ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι πρότινος. Διαψεύστηκε απ’ τα πράγματα. Η «Λαϊκή Ενότητα» αναμασά την αυταπάτη που καλλιεργούσε επί σειρά ετών η Κουμουνδούρου, ότι δηλαδή είναι δυνατόν η Ελλάδα να διεκδικήσει μια ισότιμη συμμετοχή στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Η διαφορά τους, σε επίπεδο ρητορικής, έχει να κάνει με το πώς θα κατακτήσουν αυτή τη θέση που τόσο ορέγονται. Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλά για μάχη στο εσωτερικό της ΕΕ και της Ευρωζώνης ώστε να μεταλλαχθούν σε «προοδευτική κατεύθυνση» Η «ΛΑ.ΕΝ.» υποστηρίζει ότι – εάν και εφόσον χρειαστεί – μπορεί να υπάρξει ακόμα και σύγκρουση με την Ευρωζώνη και έξοδος απ’ αυτήν. Κάτι που άλλωστε δεν απέκλειε και ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι να γίνει κυβέρνηση.
Τι δεν λένε: Δεν λένε ότι οι σχέσεις κάθε κράτους στο ιμπεριαλιστικό σύστημα καθορίζονται από την οικονομική ισχύ, το μέγεθος κάθε καπιταλιστικής οικονομίας, τη φάση ανάπτυξής της. Ο νόμος της ανισόμετρης οικονομικής ανάπτυξης είναι αυτός που επιδρά ώστε οι καπιταλιστικές οικονομίες να έχουν διαφορετικό μέγεθος, να βρίσκονται σε διαφορετική φάση ανάπτυξης, να έχουν διαφορετική δύναμη κ.λπ.
Η ελληνική καπιταλιστική οικονομία αποτελεί το 2% της Ευρωζώνης, βρίσκεται πολύ πίσω από άλλες καπιταλιστικές οικονομίες στην Ευρωζώνη και ταυτόχρονα βιώνει εδώ και 5 χρόνια μια βαθιά οικονομική κρίση, βαθύτερη από κάθε άλλο κράτος στην ΕΕ, με μεγάλη δυσκολία να βγει απ’ αυτήν. Η αναζήτηση λοιπόν ισοτιμίας με κράτη όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία είναι καθαρή απάτη.
Αλλά υπάρχει ένα ακόμα ερώτημα: Για ποιον διεκδικούν ισοτιμία ΣΥΡΙΖΑ και «ΛΑ.ΕΝ»; Στην πραγματικότητα εκφράζουν μια γκρίνια για λογαριασμό τμημάτων του κεφαλαίου που θεωρούν τον εαυτό τους αδικημένο, σε σχέση με τη συμμετοχή στο μοίρασμα των αγορών, σε σχέση με τη στήριξη που δέχονται από τους διεθνείς εταίρους, σε σχέση με τους όρους λειτουργίας της ΕΕ και της Ευρωζώνης που δυσκολεύουν την ανάκαμψη. Ετσι λοιπόν διατυπώνεται και η θέση της, «αν χρειαστεί», εξόδου απ’ την Ευρωζώνη, όχι για λογαριασμό του λαού, όπως συνάγεται, αλλά προκειμένου να εξασφαλιστεί η στήριξη της καπιταλιστικής ανάκαμψης.
Ομως, και σε αυτό το ενδεχόμενο δεν πρόκειται να αντιμετωπισθεί το ζήτημα των ανισότιμων σχέσεων. Δηλαδή, σε περίπτωση που η Ελλάδα βγει απ’ την Ευρωζώνη, παραμείνει όμως εντός του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, άρα και στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Αλλάζει απλώς τις συμμαχίες στο πλαίσιό του. Το πιο πιθανό ενδεχόμενο θα είναι η Ελλάδα να συνδεθεί με κάποιο άλλο νόμισμα, ή ακόμα και με κάποια άλλη νομισματική ένωση ή άλλη ιμπεριαλιστική συμμαχία, όπου κι εκεί θα υπάρχουν ανισότιμες σχέσεις, επιβολή όρων, προϋποθέσεων, κανόνων, παραχώρηση μέρους της εθνικής κυριαρχίας κ.λπ.
Ολα αυτά είναι αναπόφευκτα στο πλαίσιο της σημερινής διεθνοποιημένης καπιταλιστικής οικονομίας και του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Πολύ περισσότερο που οι δυνάμεις που συγκροτούν τη «Λαϊκή Ενότητα», από τις θέσεις τους που κατείχαν στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ πρωτοστάτησαν στα διάφορα παιχνίδια των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων γύρω από αγωγούς Ενέργειας κ.λπ.
Συνεπώς, μόνο μια Ελλάδα της εργατικής – λαϊκής εξουσίας, με κοινωνικοποιημένη οικονομία, κεντρικό σχεδιασμό, αποδεσμευμένη από την ΕΕ και όλο το ιμπεριαλιστικό σύστημα, από κάθε ιμπεριαλιστική συμμαχία, μπορεί να αναζητήσει τη σύναψη ισότιμων και αμοιβαία επωφελών σχέσεων με άλλες χώρες, με κριτήριο το εργατικό – λαϊκό συμφέρον. Τα περί ισοτιμίας εντός του ιμπεριαλιστικού συστήματος είναι παραμύθια της Χαλιμάς.
Η «Λαϊκή Ενότητα» ξανασερβίρει γνωστές προτάσεις διαχείρισης που ηταν ενσωματωμένες και στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, καμουφλαρισμένες με ριζοσπαστικό περιτύλιγμα. Τέτοιες είναι αυτές περί εθνικοποίησης (βλ. δημόσιο έλεγχο) επιχειρήσεων και υποδομών (π.χ. λιμάνια, αεροδρόμια κ.λπ.), των τραπεζών, τη συζήτηση για μείωση του χρέους κ.λπ.
Ας δούμε το παράδειγμα των τραπεζών.
«Θέλουμε να είμαστε ένα μέτωπο λαϊκής ενότητας για να εθνικοποιήσουμε – κοινωνικοποιήσουμε τις τράπεζες, ώστε οι τράπεζες να παίξουν έναν καινούριο, αποκλειστικά αναπτυξιακό και κοινωνικό ρόλο», ισχυρίζεται ο Π. Λαφαζάνης.
Πρόκειται για πρόταση που κατά καιρούς εφάρμοσαν οι διαχειριστές της αστικής εξουσίας, κρίνοντας ότι ανταποκρίνονται στα συμφέροντα της αστικής τάξης τη δοσμένη στιγμή. Ο ακραιφνής νεοφιλελεύθερος Γκόρντον Μπράουν, ως πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, εθνικοποίησε το 2008 τη Northern Rock. Ο Μαριάνο Ραχόι, πρωθυπουργός της Ισπανίας, εθνικοποίησε τη Bankia, το 2012, την ίδια περίοδο που φόρτωνε στο λαό της χώρας ένα πακέτο μέτρων 65 δισ. ευρώ. Κάτι ανάλογο έκανε και ο Ομπάμα στις ΗΠΑ στη διάρκεια της καπιταλιστικής κρίσης.
Δήλωνε ο Αλ. Τσίπρας τον καιρό της άκρατης δημαγωγίας: «Στην Ισπανία. Εκεί όπου η κεντροδεξιά κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι εθνικοποίησε την τέταρτη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας. Την Bankia. Την εθνικοποίησε για να τη σώσει από την κατάρρευση (…) Αυτό έκανε ο Σαμαράς της Ισπανίας. Ο Σαμαράς της Ελλάδας, όμως, μας καταγγέλλει γιατί θα κάνουμε το ίδιο…». Σήμερα, είναι η σειρά του Π. Λαφαζάνη να υπερασπιστεί αυτές τις προτάσεις.
Αρχισαν μήπως οι τράπεζες αυτές να μοιράζουν χρήμα στο λαό για την κάλυψη των αναγκών του; Διέγραψαν χρέη που σαν θηλιά σφίγγουν το λαιμό των λαϊκών νοικοκυριών; Οχι βέβαια. Τίποτα απ’ αυτά δεν συνέβη, και επιπλέον οι μικροκαταθέτες υπέστησαν πανωλεθρία.
Σε καμία απ’ αυτές τις περιπτώσεις οι συγκεκριμένες τράπεζες δεν έπαιξαν κανενός είδους ρόλο υπέρ του λαού. Γιατί είτε απευθείας στους καπιταλιστές είτε στον συλλογικό καπιταλιστή, το αστικό κράτος, οι τράπεζες έχουν αποστολή να διεκπεραιώσουν, ξένη προς τα λαϊκά συμφέροντα.
Η πραγματικότητα εκεί όπου εφαρμόστηκαν αποδεικνύει ότι η «εθνικοποίηση» των τραπεζών στον καπιταλισμό είναι μέτρο που μπορεί να παρθεί για τη διάσωσή τους, την εξυγίανσή τους με λεφτά του λαού, ώστε να συνεχίσουν να επιτελούν το ρόλο τους υπέρ του κεφαλαίου και όχι προς όφελος των συμφερόντων του λαού, όπως διατείνεται η «Λαϊκή Ενότητα».
Πρόκειται λοιπόν για ενα σχέδιο σωτηρίας των τραπεζών, φορτώματος των βαρών τους στο κράτος και μέσω αυτού στα φτωχά λαϊκά στρώματα, για να μπορέσουν οι τράπεζες να παίξουν το νευραλγικό ρόλο τους στην ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας.Πρόταση που έχει ενδιαφέρον ιδιαίτερα σήμερα, που το τραπεζικό σύστημα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα.
Αλλωστε, όπως σαφώς συνάγεται απ’ την παραπάνω δήλωση του Π. Λαφαζάνη, η «Λαϊκή Ενότητα» θέλει να διασφαλιστεί τη δυνατότητά των Τραπεζών να αιμοδοτούν τις καπιταλιστικές επενδύσεις.Κοροϊδεύει το λαό ότι είναι δυνατόν η αλλαγή διαχείρισης να προσδώσει στο χρηματοπιστωτικό σύστημα έναν ρόλο διαφορετικό απ’ αυτόν που εκ των πραγμάτων παίζει. Αλλωστε όταν μιλάνε για «κρατικές τράπεζες» πρέπει να διευκρινίσουμε ότι εννοούν τράπεζες όπου το κράτος θα παίζει τον κύριο ρόλο, θα έχει τον βασικό έλεγχο. Στη μετοχική τους σύνθεση θα συμμετέχουν κανονικότατα ιδιωτικά κεφάλαια, κεφάλαια επιχειρηματικών ομίλων.
Οι θέσεις πριν του ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα της «Λαϊκής Ενότητας», στόχο έχουν να παραπλανήσουν το λαό ότι κρατικές παρεμβάσεις αυτού του τύπου που γίνονται με στόχο την καπιταλιστική ανάκαμψη μπορούν δήθεν να λειτουργούν υπέρ των εργαζομένων και του λαού. Πρόκειται για ξεκάθαρη κοροϊδία.