Με τη συμμετοχή πλήθους κόσμου στο Λονδίνο, η εκδήλωση της ΤΟ Δυτικής Ευρώπης του ΚΚΕ με θέμα: «Η Επιστήμη και η Έρευνα στην υπηρεσία των λαϊκών αναγκών και όχι του καπιταλιστικού κέρδους, που οδηγεί σε μεγαλύτερη ανισότητα και αδικία, στην καταστροφή της ίδιας της ανθρωπότητας».
Στην εκδήλωση μίλησε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας, στο πλαίσιο της τριήμερης επίσκεψής του στο Λονδίνο (διαβάστε παρακάτω την ομιλία του).
Την εκδήλωση άνοιξε ο Παναγιώτης Ρεντζελάς, γραμματέας της ΤΟ Δυτικής Ευρώπης του ΚΚΕ και αναπληρωτής καθηγητής στην Κοινωνική Ψυχολογία (διαβάστε εδώ την ομιλία του).
Στην εκδήλωση μίλησαν επίσης:
Δημήτρης Κιβωτίδης Λέκτορας της Φιλοσοφίας του Δικαίου του Πανεπιστημίου Ανατολικού Λονδίνου με θέμα: «Νομική Επιστήμη και Έρευνα: Στην υπηρεσία της αστικής εξουσίας ή των κοινωνικών αναγκών;» (Διαβάστε εδώ την ομιλία του)
Νίκα Μπαλωμένου, Επίκουρος καθηγήτρια Τουριστικού Σχεδιασμού και Επιμελήτρια ερευνητικών σπουδών, σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων, Πανεπιστήμιο του Χάρτφορντσαϊρ (Διαβάστε εδώ την ομιλία της)
Νίκος Φουντουλάκης, Παθολόγος, υποψήφιος διδάκτωρ Φαρμακολογίας στο «King’s College London» (διαβάστε εδώ την ομιλία του)
Πέτρος Ανδροβιτσανέας, Φυσικός, μεταδιδακτορικός ερευνητής στη Φυσική του Πανεπιστημίου Έξετερ (διαβάστε εδώ την ομιλία του)
Η ομιλία του Δ. Κουτσούμπα
«”Η σύγχρονη αστική κοινωνία, που δημιούργησε τόσο ισχυρά μέσα παραγωγής και ανταλλαγής, μοιάζει με το μάγο εκείνο που δεν καταφέρνει πια να κυριαρχήσει πάνω στις καταχθόνιες δυνάμεις που ο ίδιος κάλεσε”.
Αυτή η φράση, που γράφτηκε το 1848 στο “Κομουνιστικό Μανιφέστο” από τους Μαρξ – Ένγκελς, αποτυπώνει το βάθος και την πραγματική αιτία των προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα η λαϊκή πλειοψηφία.
Είμαστε στην εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, της ρομποτικής, της ψηφιοποίησης. Αυτές οι εξελίξεις μαρτυρούν μία αδιάψευστη αλήθεια: Σήμερα υπάρχουν όλες οι δυνατότητες ώστε να βελτιωθεί το επίπεδο ζωής για εκατομμύρια εργαζόμενους στη χώρα μας και σε όλον τον κόσμο. Τα αποτελέσματα όμως είναι ακριβώς τα αντίθετα. Το ρολόι αντί να πηγαίνει προς τα μπρος, γυρνάει πίσω.
Σήμερα, βιώνουμε καθημερινά πως η καπιταλιστική βαρβαρότητα ακυρώνει τις τεράστιες δυνατότητες που έχουν δημιουργηθεί για να διασφαλιστεί η κοινωνική ευημερία.
Όποιον τομέα της παραγωγής, όποιον επιστημονικό κλάδο κι αν εξετάσουμε, μπορούμε να εντοπίσουμε το μεγάλο ένοχο που εμποδίζει να αξιοποιηθούν προς όφελος των αναγκών της κοινωνίας οι μεγάλες δυνατότητες που γεννά η δουλειά των εργαζόμενων, τις οποίες διευρύνει η ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας.
Την ίδια ώρα που αναπτύσσονται ραγδαία κι επαναστατικοποιούνται, σε σχέση με το παρελθόν, τα μέσα παραγωγής, την ίδια ώρα που αναβαθμίζονται οι υλικές συνθήκες για την ανάπτυξη της Επιστήμης, βλέπουμε να δυναμώνει γύρω μας η σχετική στασιμότητα σε σχέση με το τι θα μπορούσε να παραχθεί ποσοτικά και ποιοτικά, αν δεν υπήρχε το καπιταλιστικό κέρδος ως βασικό κίνητρο, ως σκοπός της παραγωγής και της επιστημονικής έρευνας.
Χιλιάδες εφευρέσεις κατοχυρώνονται ως πατέντες, ως ιδιοκτησία επιχειρηματικών ομίλων και δεν τίθενται σχεδιασμένα, γρήγορα, ανεμπόδιστα και γενικευμένα στην υπηρεσία των αναγκών της κοινωνίας.
Παράλληλα με τους περιορισμούς στη διάχυση της τεχνολογίας, η επιστημονική γνώση αξιοποιείται για τον περιορισμό της διάρκειας ζωής των προϊόντων, την τεχνητή παλαίωση, την ενσωματωμένη γρήγορη αχρήστευσή τους.
Τα επιστημονικά επιτεύγματα που αφορούν την πληροφορική, τη ρομποτική, την αυτοματοποίηση, τα οποία αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας και μπορούν αντικειμενικά να μειώσουν το γενικό εργάσιμο χρόνο, μετατρέπονται στα χέρια της αστικής τάξης σε όπλο για να αυξηθεί η εντατικοποίηση όσων εργάζονται, την ίδια ώρα που αυξάνεται ο εφεδρικός στρατός των ανέργων.
Το κεφάλαιο μετατρέπει επιστημονικά επιτεύγματα σε καταστροφικές δυνάμεις για την κοινωνία, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την παραγωγή πυρηνικών και χημικών όπλων μαζικής καταστροφής.
Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στο κορυφαίο ζήτημα της ανεργίας που γεννά η καπιταλιστική ανάπτυξη και αφορά την καταστροφή της κύριας παραγωγικής δύναμης, του εργαζόμενου ανθρώπου.
Το χάσμα ανάμεσα στο πως μπορεί να ζει σήμερα ένας εργαζόμενος και στο πως τελικά ζει, όλο και μεγαλώνει, ακόμα και αν η καπιταλιστική οικονομία βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης.
Τα σύννεφα μίας νέας κρίσης πυκνώνουν πάνω από τη διεθνή καπιταλιστική οικονομία, αφού έτσι κι αλλιώς η κρίση είναι προϊόν της καπιταλιστικής ανάπτυξης με τις ανισομετρίες και τις αντιφάσεις της.
Συμμαχίες, όπως η ΕΕ και το ΝΑΤΟ, που μέχρι πρότινος θεωρούνταν ακλόνητες υφίστανται ανακατατάξεις. Εμπορικοί πόλεμοι και γεωπολιτικές συγκρούσεις τεραστίων διαστάσεων ξεσπούν σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Εκτεταμένες περιβαλλοντικές καταστροφές θέτουν σε κίνδυνο τους λαούς.
Μικρογραφία αυτών είναι όσα ζούμε και στην Ελλάδα. Τα ιστορικής σημασίας γεγονότα που διαδραματίζονται μπροστά μας είναι αποτέλεσμα αυτής της αντίφασης. Την ίδια στιγμή που παράγεται τεράστιος πλούτος, η καπιταλιστική οικονομία χαρακτηρίζεται από αναρχία και ανταγωνισμούς για το ποιοι επιχειρηματικοί όμιλοι θα ιδιοποιηθούν αυτόν τον πλούτο.
Σήμερα θα μπορούσε ο εργαζόμενος άνθρωπος να δουλεύει λιγότερες ώρες τη μέρα, να απολαμβάνει πολύ καλύτερο επίπεδο δικαιωμάτων στη δουλειά και συνολικά στη ζωή του (ασφάλιση, υγεία, παιδεία, πολιτισμός, αναψυχή κ.ά.), να έχει εξαλειφτεί η ανεργία. Αλλά αντί γι’ αυτό έχουμε καθήλωση, ακόμα και μείωση μισθών, με τον ένα ή άλλο τρόπο, με τη μερική, εποχική, εκ περιτροπής εργασία και άλλα, διαρκή συμπίεση των δικαιωμάτων προς τα κάτω, αύξηση των ηλικιών συνταξιοδότησης, κατάργηση ορισμένων ευνοϊκών ρυθμίσεων για την εργαζόμενη γυναίκα, π.χ. νυχτερινή εργασία.
Παράλληλα, μία χούφτα επιχειρηματικοί όμιλοι απολαμβάνουν όλο και περισσότερο κρατικό χρήμα, προνόμια και φοροαπαλλαγές, καθορίζουν με βάση τα κέρδη τους τι θα παραχθεί, αν θα παραχθεί, πού και με τι όρους.
Φίλες και φίλοι,
Δεν χρειάζονται πολλά λόγια για να περιγράψουμε και εξηγήσουμε τον ρόλο που επιφυλάσσει το σύστημα, ο μονοπωλιακός καπιταλισμός, στην επιστημονική έρευνα.
Εύκολα μπορούμε να εντοπίσουμε τις αρνητικές συνέπειες για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών σε σχέση με τον προσανατολισμό, το περιεχόμενο, τις μεθόδους και τα κριτήρια της έρευνας, τους όρους χρηματοδότησης, τους όρους εργασίας των επιστημόνων και τα εμπόδια που δημιουργούνται για το απαιτούμενο βάθεμα του κοινωνικού χαρακτήρα της επιστημονικής εργασίας και ιδιαίτερα της επιστημονικής έρευνας.
Ας πάρουμε το παράδειγμα της υγείας: Αλήθεια, πώς καθορίζεται η ιεράρχηση των στόχων και της χρηματοδότησης της εφαρμοσμένης έρευνας στο φάρμακο; Με ποιο κριτήριο επιλέγεται ως προτεραιότητα η αντιμετώπιση μιας ασθένειας των κατοίκων της Ευρώπης, συγκριτικά με ένα πρόβλημα που αφορά τη Αφρική;
Όλοι γνωρίζουμε γενικά την απάντηση. Οι προτεραιότητες καθορίζονται με γνώμονα το ποσοστό κέρδους και τα μερίδια αγοράς των ανταγωνιζομένων ομίλων. Και εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να υποφέρουν, γιατί το φάρμακο και η ίδια η υγεία αποτελούν σήμερα εμπορεύματα.
Πώς καθορίζονται οι προτεραιότητες και οι μέθοδοι για την επιστημονική αντιμετώπιση του επαγγελματικού κινδύνου, για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών και μεγάλων τεχνολογικών ατυχημάτων, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζόμενων;
Ο συνυπολογισμός “κόστους – οφέλους” για την “επιλογή των “βέλτιστων λύσεων”, αναφέρεται πρώτα απ΄ όλα στο κέρδος των επιχειρήσεων και του κράτους τους και όχι στον άνθρωπο, εργαζόμενο και μη, παιδί – έφηβο – ενήλικα – υπερήλικα.
Ανάλογα συμβαίνουν σε άλλους τομείς. Πάρτε για παράδειγμα, τη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή που αναζωπυρώνεται με αφορμή την ύπαρξη ακραίων καταστροφών και η οποία επικεντρώνει μόνο στο ζήτημα του “ενεργειακού μείγματος”.
Η κλιματική αλλαγή αξιοποιείται για την ενίσχυση των καπιταλιστικών επενδύσεων, ώστε το κεφάλαιο να βγάζει κέρδος και από τα προβλήματα που το ίδιο προκαλεί. Οι “πράσινες” τεχνολογίες και η λεγόμενη “πράσινη” οικονομία που προωθούνται στο όνομα της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, αποσκοπούν στο να ανοίξουν νέα επενδυτικά πεδία στα μονοπώλια με μεγάλα και γρήγορα κέρδη.
Άλλωστε, ως βασικός μηχανισμός για την καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη, στην ΕΕ παρουσιάζεται το “σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων”, ένα αισχρό “χρηματιστήριο εκπομπών ρύπων”, όπου βιομηχανίες που εκπέμπουν αέρια θερμοκηπίου χαμηλότερα από το πλαφόν που τους έχει τεθεί, μπορούν να πωλούν, για την ποσότητα που δεν κάλυψαν, “δικαιώματα ρύπανσης”. Από την άλλη, όμιλοι με ενεργοβόρες εγκαταστάσεις μπορούν να αγοράσουν το περίσσευμα αυτό, αποκτώντας το “δικαίωμα” να ρυπαίνουν κατά το δοκούν. Πρόκειται δηλαδή, για ένα μηχανισμό επικερδούς αγοραπωλησίας της ίδιας της ρύπανσης που προκαλούν οι καπιταλιστές, που όχι απλώς δεν προστατεύει, αλλά αποδεδειγμένα έχει εντείνει την υποβάθμιση του περιβάλλοντος.
Οι ίδιες οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ προτάσσουν ως βασικό κριτήριο του σχεδιασμού διαχείρισης κινδύνων την οικονομική αποδοτικότητα και την προφύλαξη των μεγάλων περιουσιακών στοιχείων των μονοπωλιακών ομίλων και των μεγαλοϊδιοκτητών γης.
Αντίστοιχα, η έρευνα στις κοινωνικές επιστήμες, η οικονομική και η ιστορική έρευνα ωθούνται όλο και πιο ασφυκτικά στην κατεύθυνση της απολογητικής του καπιταλισμού, του ανορθολογισμού και της κατασυκοφάντησης του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε στον 20ό αιώνα.
Φυσικά η αξιοποίηση των αστικών οικονομικών και κοινωνικών θεωριών για τη θεμελίωση και ανάπτυξη της κυρίαρχης ιδεολογίας δεν είναι νέο φαινόμενο. Ήδη ο Μαρξ στην εποχή του μιλούσε για το θάνατο της αστικής πολιτικής οικονομίας, με κριτήριο την επιστημονική αναζήτηση της αλήθειας.
Όμως στις μέρες μας είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις πλέον πολλές αστικές επιστημονικές προσεγγίσεις από τη χυδαία, φτηνή προπαγάνδα.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα, οι καταγέλαστες θεωρίες για το τέλος της Ιστορίας και της ταξικής πάλης και οι ανιστόρητες κατασκευές της θεωρίας των δύο άκρων που τολμούν να ταυτίζουν το φασισμό με το μόνο πραγματικό αντίπαλό του στην Ιστορία, τον κομμουνισμό.
Η άλλη όψη των πολλαπλών αδικιών της καπιταλιστικής ανάπτυξης είναι η εμπλοκή της χώρας στα ιμπεριαλιστικά σχέδια των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ.
Αντί ο λαός μας να ζει με πραγματική ασφάλεια και σταθερή ειρήνη, σε συνεργασία με όλους τους λαούς και με ικανοποίηση των αναγκών του, ζει υπό τη διαρκή απειλή, όπως αυτή αποτυπώνεται στο σημερινό επικίνδυνο ψευτοδίλημμα “υποχώρηση σε κυριαρχικά δικαιώματα και συνεκμετάλλευση με την Τουρκία ή πολεμική σύγκρουση”.
Κάθε πλευρά αυτού του διλήμματος, εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για το λαό μας, τα κυριαρχικά δικαιώματα, την ειρήνη. Αφενός γιατί μπορεί μία πολεμική εμπλοκή να λειτουργήσει ως καταλύτης για να προχωρήσουν τα σχέδια συνεκμετάλλευσης, τα οποία είναι και εκφρασμένος πόθος των ΗΠΑ. Αφετέρου τα σχέδια συνεκμετάλλευσης φέρουν το σπέρμα μίας επόμενης σύγκρουσης, αφού δεν μιλάμε για συνεργασία λαών, αλλά επιχειρηματικών κολοσσών και ισχυρών κρατών, μέσα σε συνθήκες αυξανόμενων ανταγωνισμών διεθνώς.
Ο λαός μας εδώ και χρόνια, από όλες τις κυβερνήσεις, έχει υποστεί μία πλύση εγκεφάλου. Τι του λέγανε όλοι; “Όσο η Ελλάδα είναι το καλό παιδί των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ τόσο εξασφαλίζει τα σύνορα και τα κυριαρχικά της δικαιώματα”.
Αυτό το δόγμα χρεοκοπεί. Το δείχνουν οι εξελίξεις μετά την υπογραφή της συμφωνίας της απαράδεκτης κυβέρνησης της Τουρκίας με την λεγόμενη κυβέρνηση της Λιβύης. Το δείχνει η πρόσφατη συνάντηση Μητσοτάκη- Τραμπ, όπου για μια ακόμη φορά υπήρξε η γνωστή εκκωφαντική σιωπή των Αμερικάνων, σε ότι αφορά την αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, γιατί προφανώς για αυτούς προέχει “η συνοχή του ΝΑΤΟ”.
Η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε στρατιωτικό ορμητήριο των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ, προετοιμάζεται ακόμα και για αποθήκευση αμερικάνικων πυρηνικών όπλων, καθιστώντας “στόχο” τον ελληνικό λαό. Ο σημερινός υπουργός άμυνας έφτασε να δηλώνει προκλητικά πως θα ξαναματώσουμε δίπλα στους Αμερικανούς σε μελλοντικούς πολέμους.
Ο ελληνικός λαός πληρώνει το ΝΑΤΟ με 4 δισεκατομμύρια ευρώ τον χρόνο. Σε αυτό τον στίβο αμερικανοπληξίας τρέχουν όλα τα άλλα κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα έφτασε μέχρι και να διεκδικεί την πατρότητα του πιο σφιχτού εναγκαλισμού με τις ΗΠΑ!
Το ξαναείδαμε αυτό χτες, με αφορμή τις συναντήσεις του Πρωθυπουργού με τους πολιτικούς αρχηγούς. Αντιπαράθεση μπροστά στις κάμερες σε σχέση με τα ανταλλάγματα που εξασφάλισε ή δεν εξασφάλισε ο κ. Μητσοτάκης στις ΗΠΑ και από την άλλη μια πελώρια συναίνεση σε ότι αφορά τις δεσμεύσεις της χώρας στους επικίνδυνους αμερικανοΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς.
Είναι αυτοί οι σχεδιασμοί που σήμερα βάζουν στο στόχαστρο το Ιράν, αυξάνοντας τον κίνδυνο μιας γενικευμένης ανάφλεξης και κάνοντας τη χώρα μας στόχο πιθανών αντιποίνων, όπως ήδη έχει δηλωθεί.
Τελικά το μόνο σίγουρο συμπέρασμα είναι ότι το ΝΑΤΟ υποθάλπει όλα αυτά τα προβλήματα, πολύ περισσότερο σήμερα, ανταποκρινόμενο στην απαίτηση Τραμπ για άμεση εμπλοκή όλης της ιμπεριαλιστικής Συμμαχίας στις πολεμικές συγκρούσεις στην Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο.
Την ίδια στιγμή η ΕΕ αρκείται σε γενικόλογα ευχολόγια ψελλίζοντας απλά κάποια αυτονόητα. Κάπως έτσι τροφοδοτείται εκτός όλων των άλλων και η τουρκική επιθετικότητα. Ο υπαρκτός ενεργειακός πλούτος στην ευρύτερη γειτονιά μας (Αιγαίο, ανατολική Μεσόγειος) αντί για ευχή μετατρέπεται σε “κατάρα” για τους λαούς.
Εδώ διασταυρώνονται ισχυρά ιμπεριαλιστικά, μονοπωλιακά συμφέροντα για το ποιος θα εκμεταλλευτεί αυτές τις πηγές. Σε αυτήν την κόντρα, παίρνουν μέρος η αστική τάξη της χώρας μας, η αστική τάξη της Τουρκίας και ασφαλώς οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Γερμανία, η Βρετανία, η Ιταλία, η Ρωσία, η Κίνα, τα συμφέροντα των οποίων, συχνά συγκρούονται μεταξύ τους.
Απόλυτο κριτήριο για αυτά τα συμφέροντα είναι ασφαλώς τα κέρδη και όχι οι ανάγκες των λαών. Αυτοί οι ανταγωνισμοί οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε νέους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Βρίσκονται πίσω από τον όλεθρο και την προσφυγιά που θερίζουν τους λαούς της Μέσης Ανατολής.
Τα παραπάνω, είναι ορισμένα από όσα καθημερινά ζει ο ελληνικός λαός. Η ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών του, σε κάθε πλευρά της ζωής του, “σκαλώνει” στο ίδιο εμπόδιο. Στο “μάγο” που αναφέραμε στην αρχή. Δηλαδή στο γερασμένο και διεφθαρμένο σύστημα που λέγεται καπιταλισμός.
Στο πλαίσιο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής δεν αποτελεί στην ουσία βασικό κίνητρο της επιστημονικής έρευνας η ίδια η παραγωγή νέας επιστημονικής γνώσης για την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας. Δεσπόζει το κίνητρο της συμβολής της επιστημονικής έρευνας στη βελτίωση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικής θέσης των διάφορων μονοπωλιακών ομίλων.
Στην πράξη, η υπαγωγή της επιστημονικής έρευνας στις ανάγκες διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου μπαίνει φραγμός στην ελεύθερη, ανεμπόδιστη επιστημονική έρευνα.
Υπονομεύει τη δημιουργική, αντικειμενική κριτική εξέταση των ανεπαρκειών της ήδη κατακτημένης γνώσης σε κάθε επιστημονικό τομέα με γνώμονα την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας.
Υπονομεύει τη δημιουργικότητα του ερευνητή, την ελεύθερη ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των επιστημόνων, με στόχο την ίδια τη διανοητική παραγωγή νέας επιστημονικής γνώσης προς όφελος της κοινωνικής ευημερίας.
Την ίδια στιγμή, καθώς η κοινωνικοποίηση της διαδικασίας παραγωγής βαθαίνει, καθώς αυξάνει η συνθετότητα της οργάνωσης και του καταμερισμού της εργασίας, καθώς αξιοποιούνται σύγχρονες, πιο περίπλοκες τεχνολογικές διατάξεις, αυξάνουν και αλλάζουν σε μεγάλο βαθμό οι ανάγκες της κοινωνίας.
Σκεφτείτε, για παράδειγμα, τις ενεργειακές ανάγκες ή τις εκπαιδευτικές ανάγκες των εργαζόμενων σήμερα σε σχέση με τις αρχές του 20ού αιώνα. Έτσι, στο μονοπωλιακό καπιταλισμό διευρύνεται το χάσμα ανάμεσα στις επιστημονικές και τεχνολογικές δυνατότητες από τη μια και στην ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας από την άλλη.
Ποια είναι όμως η δεσπόζουσα τάση σχετικά με την ταξική θέση των επιστημόνων;
Η μεγάλη πλειοψηφία των επιστημόνων πουλά πλέον την επιστημονικά ειδικευμένη εργατική της δύναμη και όχι το αποτέλεσμα της εργασίας της στα εργαστήρια και στα ερευνητικά κέντρα των ομίλων και του αστικού κράτους.
Αντιμετωπίζουν την ανασφάλεια, τον κίνδυνο της απόλυσης και την απαξίωση των επιστημονικών ικανοτήτων τους σε περίπτωση μακροχρόνιας ανεργίας.
Η απαιτούμενη ευελιξία για συχνές μετακινήσεις από τόπο σε τόπο για την υλοποίηση ερευνητικών προγραμμάτων έχει επίσης αρνητικές επιπτώσεις στην προσωπική ζωή των νέων ερευνητών.
Η μετανάστευση χιλιάδων νέων επιστημόνων από την Ελλάδα στα χρόνια της κρίσης αποτελεί ένα εμβληματικό παράδειγμα, για το οποίο θα μπορούσαμε να συζητάμε αρκετές ώρες όσοι βρισκόμαστε σήμερα εδώ.
Όλα αυτά επιβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει ταξικά ουδέτερη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων γενικά και της επιστήμης ως άμεσης παραγωγικής δύναμης ειδικότερα.
Επιβεβαιώνουν ότι οι εκάστοτε σχέσεις παραγωγής καθορίζουν το σκοπό, τα κίνητρα, τις ιεραρχήσεις, το ρυθμό ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και κυρίως το ποιος και πώς ωφελείται.
Επιβεβαιώνουν τη μαρξιστική θέση ότι η άρχουσα τάξη, που έχει στη διάθεσή της τα μέσα της υλικής παραγωγής, διαθέτει ταυτόχρονα και τα μέσα της πνευματικής παραγωγής.
Επιβεβαιώνουν ότι η επιστήμη αναπτύσσεται μέσα στο πλαίσιο του συγκεκριμένου σε κάθε ιστορική περίοδο τρόπου παραγωγής. Δεν αναπτύσσεται ταξικά ουδέτερα, ανεξάρτητα από τους στόχους της εκάστοτε άρχουσας τάξης και την πορεία της ταξικής πάλης.
Γι’ αυτό και είναι βαθιά λαθεμένες οι θεωρητικές προσεγγίσεις που ερμηνεύουν την επιστημονική τεχνική πρόοδο ως αυτόνομο παράγοντα που δρα τάχα ανεξάρτητα από τις ταξικές δυνάμεις, από τους κοινωνικούς σχηματισμούς που την πραγματοποιούν.
Τόσο η δαιμονοποίηση της τεχνολογίας όσο και η ουτοπική, ντετερμινιστική προσδοκία της κοινωνικής ευημερίας, που τάχα θα προκύψει αυτόματα από την τεχνολογική πρόοδο, αποτελούν τις δύο όψεις αυτής της ανιστόρητης, εσφαλμένης, αδιέξοδης θεωρητικής προσέγγισης.
Την άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας που δημιουργεί η τεχνολογική πρόοδος, την καρπώνεται στον καπιταλισμό το κεφάλαιο.
Η αντικειμενική δυνατότητα για γενική μείωση του χρόνου εργασίας με αύξηση των αποδοχών, μεταφράζεται από την εξουσία του κεφαλαίου, σε αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης και του εφεδρικού στρατού των ανέργων.
Επομένως, δεν κινδυνεύουμε ως κοινωνία από τη νέα τεχνολογία, αλλά από την καπιταλιστική αξιοποίησή της. Η λύση δεν είναι να καθηλωθούμε στην παλιά τεχνολογία, ούτε να αντιμετωπίσουμε φοβικά την εκτεταμένη αξιοποίηση των ρομπότ στην παραγωγή. Αντίθετα, η σύγχρονη πρόκληση είναι να εκμεταλλευτούμε το δυναμικό της νέας τεχνολογίας και των ρομπότ, να εκμεταλλευτούμε την αύξηση της παραγωγικότητας προς όφελος της ικανοποίησης των κοινωνικών αναγκών και όχι για την αύξηση της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Ο μαρξισμός φώτισε διαλεκτικά την αλληλεπίδραση των σχέσεων παραγωγής και της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, στο πλαίσιο του εκάστοτε τρόπου παραγωγής.
Ο Μαρξ τόνισε ότι μόνο η εργατική τάξη μπορεί να μεταμορφώσει την επιστήμη από εργαλείο ταξικής κυριαρχίας σε δύναμη προς όφελος του λαού. Θεμελίωσε τον ηγετικό, πρωτοπόρο ρόλο της εργατικής τάξης στην υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης, φωτίζοντας την καθοριστική θέση της στην κοινωνική παραγωγή.
Η εργατική τάξη αποτελεί την κύρια παραγωγική δύναμη της καπιταλιστικής κοινωνίας και ταυτόχρονα είναι η μόνη τάξη που δεν έχει να χάσει τίποτα εκτός από τις αλυσίδες της. Γι’ αυτό, μπορεί οικονομικά και πολιτικά να εκφράσει τα πραγματικά συμφέροντα της τεράστιας κοινωνικής πλειοψηφίας και να ηγηθεί της σοσιαλιστικής επανάστασης, της κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Η εργατική τάξη μπορεί να διαμορφώσει και να ηγηθεί στην κοινωνική συμμαχία που θα οδηγήσει στη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Φίλες και φίλοι,
Η νίκη της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης του 1917 στη Ρωσία απέδειξε τον ευεργετικό, απελευθερωτικό χαρακτήρα των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.
Ο Οκτώβρης του ’17 ανέδειξε την υπεροχή του κεντρικού επιστημονικού σχεδιασμού για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, στο στέρεο έδαφος της εργατικής εξουσίας, της κοινωνικής ιδιοκτησίας.
Η εξάλειψη της ανεργίας και του αναλφαβητισμού, η γενική υποχρεωτική και δωρεάν εκπαίδευση, το οκτάωρο, η πραγματική ισοτιμία αντρών και γυναικών στη δουλειά και στη ζωή, η απελευθέρωση από ρατσιστικές προκαταλήψεις, από αναχρονιστικές για τη θέση της γυναίκας, το άλμα της διερεύνησης του Διαστήματος, η συνεταιριστικοποίηση και κυρίως η μηχανοποίηση της αγροτικής παραγωγής, είναι μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα για τις πρώτες δεκαετίες της σοβιετικής εξουσίας.
Βέβαια, για να κατανοήσουμε τη σημασία αυτών των επιτευγμάτων στη Σοβιετική Ένωση, πρέπει να σκεφτούμε τις ιστορικές συνθήκες κάτω από τις οποίες επιτεύχθηκαν. Οι κατακτήσεις αυτές επιτεύχθηκαν σε συνθήκες ιμπεριαλιστικής εισβολής, ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης, μόνιμης διεθνούς απειλής και εσωτερικής υπονόμευσης της παραγωγής. Η σοβιετική εξουσία πολύ γρήγορα εξομάλυνε τη βαθιά ανισομετρία στην ανάπτυξη της Τσαρικής Ρώσικης Αυτοκρατορίας που επιδρούσε και στην μεγάλη απόσταση που την χώριζε από τα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη, όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γερμανία.
Το άλμα των πρώτων δεκαετιών της Σοβιετικής Ένωσης αποδεικνύει ότι, με την επέκταση της κοινωνικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, τον επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, απογειώθηκε η παραγωγικότητα της εργασίας και οι καινοτόμες τεχνολογικές εφαρμογές στην οικονομία. Άλλαξε ο σκοπός και ο ρυθμός ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων.
Απελευθερώθηκε από τα δεσμά του ο εργαζόμενος άνθρωπος, η κύρια παραγωγική δύναμη, αφού δεν αναζητούσε πλέον κάποιο αφεντικό μέσα στη ζούγκλα της καπιταλιστικής αγοράς για να πουλήσει την εργατική του δύναμη. Δημιουργήθηκε μια νέα στρατιά επιστημόνων από τα παιδιά της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς.
Ο τομέας της εκπαίδευσης και η δυνατότητα που διασφάλιζε το σοσιαλιστικό κράτος για την απόκτηση νέας εξειδίκευσης και αλλαγής εργασιακού αντικειμένου είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Η ουσιαστική εκπαίδευση και μόρφωση ήταν ένα από τα μεγαλύτερα όπλα της σοβιετικής εξουσίας στον ανταγωνισμό της με το διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Φίλες και φίλοι,
Δικαιολογημένα προκύπτει το ερώτημα: Αφού υπήρξαν αυτά, όπως και άλλα επιτεύγματα, γιατί δεν άντεξε, γιατί ανατράπηκε ο σοσιαλισμός;
Οπωσδήποτε ξέρουμε όλοι ότι η πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αντικειμενικά δεν είναι περίπατος, δεν προχωρά ομαλά και ευθύγραμμα.
Μελετώντας επίσης, την πείρα σήμερα, ξέρουμε ότι μια σειρά υπαρκτά προβλήματα που εμφανίστηκαν τον 20ό αιώνα, όπως, για παράδειγμα, καθυστερήσεις στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό της βιομηχανίας με αρνητικές συνέπειες στην ποιότητα και στην επάρκεια προϊόντων, ερμηνεύτηκαν λαθεμένα ως εγγενείς αδυναμίες των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής.
Ιδιαίτερα μετά από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Σοβιετική Ένωση έπρεπε να επεκτείνει και βαθύνει τις σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής- κατανομής, ώστε να αναβαθμιστεί η παραγωγή και οι υπηρεσίες της, στη βάση ενός νέου, ανώτερου επιπέδου κοινωνικών αναγκών. Έπρεπε να λύσει το πρόβλημα αυτό σε συνθήκες τρομακτικών ανθρώπινων απωλειών στις πιο παραγωγικές ηλικίες, που είχε δημιουργήσει ο πόλεμος.
Ήταν ένα ιδιαίτερα σύνθετο πρόβλημα, η λύση του οποίου αφορούσε αποφασιστικά βήματα στη γνώση των νομοτελειών της σοσιαλιστικής- κομμουνιστικής παραγωγής και οικονομίας και στη διαμόρφωση ανάλογης πολιτικής.
Από αυτό θα προέκυπτε η ποιοτική αναβάθμιση των προϊόντων λαϊκής κατανάλωσης, χωρίς να ανατραπεί η προτεραιότητα στην παραγωγή μέσων παραγωγής, η διασφάλιση της αναλογικής ανάπτυξης όλων των κλάδων της παραγωγής και η επέκταση της αυτοματοποίησης σε πολλούς κλάδους της οικονομίας. Ούτε θεωρητικά, ούτε πολιτικά αντιμετωπίστηκε σωστά η αντίθεση διευθυντικής κι εκτελεστικής εργασίας.
Σε αυτήν την κρίσιμη καμπή, η λύση έπρεπε να δοθεί με το βλέμμα προς τα εμπρός, με τη σχεδιασμένη επέκταση των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής.
Ωστόσο στη δεκαετία του ’50 φάνηκε ότι δεν υπήρχε συλλογικά κατακτημένη θεωρητική δυναμική για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά αυτά τα προβλήματα. Υπήρξε διαπάλη εσωκομματική στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης. Οι επαναστατικές δυνάμεις αντιστάθηκαν στους οπαδούς της αγοράς.
Όμως τα βήματα ανάπτυξης της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού, ήταν ανεπαρκή για να αντιμετωπίσουν προβλήματα που αφορούσαν την ιεράρχηση των κοινωνικών αναγκών και τον αποτελεσματικό σχεδιασμό για την ικανοποίησή τους.
Ήταν ανεπαρκή για να διαμορφώσουν σαφείς κατευθύνσεις, μεθόδους και δείκτες για τον υπολογισμό και απολογισμό της ανάπτυξης και της απόδοσης της σοσιαλιστικής βιομηχανίας και της αγροτικής παραγωγής, με βάση τις διευρυνόμενες κοινωνικές ανάγκες και τις νέες απαιτήσεις της κοινωνικοποιημένης παραγωγής.
Φυσικά, η δυσκολία να ξεπεραστούν θεωρητικές ανεπάρκειες, καθώς και η ιδεολογική διαπάλη στο εσωτερικό του ΚΚΣΕ και τα υπόλοιπα ΚΚ, είχε ως υπόβαθρο και την ύπαρξη διαφορετικών υλικών συμφερόντων μέσα στις σοσιαλιστικές χώρες.
Σε πολλές σοσιαλιστικές χώρες υπήρχε ακόμα η ατομική ιδιοκτησία στην αγροτική παραγωγή. Δεν είχε καταργηθεί πλήρως ούτε καν το δικαίωμα μίσθωσης εργατικής δύναμης. Στην ίδια τη Σοβιετική Ένωση, εκτός από τη διατήρηση της ομαδικής ιδιοκτησίας των κολχόζ στον αγροτικό τομέα, υπήρξε η αποδυνάμωση της εργατικής συμμετοχής και του εργατικού ελέγχου και η πολιτική διαφοροποιημένης μισθοδοσίας που οδηγούσε σε διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτιμιών. Οξύνθηκε η αντίθεση διευθυντικής κι εκτελεστικής εργασίας.
Μεταπολεμικά, κυρίως μετά τα μέσα της δεκαετίας του ΄50, άνοιξε ο δρόμος για τις ανατροπές, για το πισωγύρισμα. Αντί η λύση των προβλημάτων να αναζητηθεί προς τα εμπρός, προς την επέκταση και την εμβάθυνση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, αναζητήθηκε λύση προς τα πίσω, με την αξιοποίηση εργαλείων και σχέσεων παραγωγής του καπιταλισμού. Αδυνάτισε η κεντρική διεύθυνση του σχεδιασμού της οικονομίας.
Η κάθε μεμονωμένη παραγωγική μονάδα προσδιόριζε ανεξάρτητα δικούς της στόχους αποδοτικότητας, κατακερματίζοντας ουσιαστικά τους συνολικούς στόχους της κοινωνικής παραγωγής.
Η αγορά και η εμπορευματική παραγωγή ανέκτησε έδαφος, οι εισοδηματικές ανισότητες αυξήθηκαν, η ατομική και ομαδική ιδιοκτησία δυνάμωσε ιδιαίτερα στον αγροτικό τομέα, ενώ διαμορφώθηκαν συνθήκες η συσσώρευση υπερπροϊόντος να αφορά όχι όλη την κοινωνία, αλλά μεμονωμένα παραγωγικές μονάδες, να δίνει έδαφος μελλοντικής ατομικής ιδιοποίησης.
Σε αυτό το έδαφος αναπτύχθηκαν -κοινωνικά και πολιτικά- μέσα στο ίδιο το ΚΚΣΕ, οι δυνάμεις της αντεπανάστασης.
Η νίκη της αντεπανάστασης δεν αποτελεί ιστορική νίκη του καπιταλισμού. Ο σοσιαλισμός έλυσε πολύ πιο γρήγορα και αποτελεσματικά από τον καπιταλισμό προβλήματα, όπως η έλλειψη βασικής μόρφωσης σε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Επιβεβαίωσε τη δυνατότητα του συλλογικού νου της εργατικής εξουσίας να απελευθερώσει την επιστήμη ως άμεση παραγωγική δύναμη, προς όφελος των αναγκών της κοινωνίας.
Στη συνέχεια όμως, κυρίως λόγω των προβλημάτων που αναφέραμε πριν, δεν κέρδισε το στοίχημα, της μαζικής διαμόρφωσης του νέου τύπου ανθρώπου που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις δυνάμεις της αντίδρασης και της οπισθοδρόμησης.
Ωστόσο η σοσιαλιστική οικοδόμηση, ιδιαίτερα στις πρώτες δεκαετίες, απέδειξε ότι οι σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής, αποτελούν τη μόνη διέξοδο για να ξεφύγουμε από την καπιταλιστική βαρβαρότητα, για να αποκτήσει η εργασία γενικά, και η επιστημονική εργασία ειδικότερα, το δημιουργικό, απελευθερωτικό περιεχόμενό της.
Προκύπτει ίσως το ερώτημα: Έχουν τελικά κάποια πρακτική αξία αυτές οι θεωρητικές διαπιστώσεις;
Είναι φυσικό να σκεφτόμαστε όλοι και όλες ότι ο διεθνής συσχετισμός σε βάρος του επαναστατικού εργατικού κινήματος, παραμένει ιδιαίτερα αρνητικός μετά από τις ανατροπές και την καπιταλιστική παλινόρθωση στην Ευρώπη.
Αρκετοί αναρωτιούνται, εάν έχουμε, όντως λόγους, να διατηρούμε την επαναστατική μας αισιοδοξία στις σημερινές συνθήκες. Από πού, αλήθεια, αντλούμε την αισιοδοξία μας;
Γενικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι αντλούμε την αισιοδοξία μας από το γεγονός ότι οξύνεται αντικειμενικά η βασική αντίθεση της καπιταλιστικής κοινωνίας ανάμεσα στην ωρίμανση του κοινωνικού χαρακτήρα της εργασίας, της παραγωγής, και στην ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της παραγωγής από το κεφάλαιο, τους μονοπωλιακούς ομίλους.
Γενικά η αισιοδοξία μας απορρέει από την ικανότητα της επαναστατικής πρωτοπορίας και συνολικά της εργατικής τάξης να γνωρίσει τους νόμους κίνησης της φύσης και της κοινωνίας και να τους αξιοποιήσει στην επαναστατική ταξική πάλη για την κοινωνική απελευθέρωση. Ακριβώς για αυτό, ισχυριζόμαστε ότι στις σύγχρονες προκλήσεις απαιτούνται σύγχρονες λύσεις. Οι καινοτόμες παραγωγικές δυνατότητες απαιτούν και καινοτόμες σχέσεις παραγωγής.
Όσο κι αν η σκιά του “ΤΙΝΑ” (Τhere is no alternative) πέφτει βαριά πάνω από κάθε μικρό και μεγάλο αγώνα, όσο και αν ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση στην Ελλάδα, όσο και άλλες τέτοιες αστικές, σοσιαλδημοκρατικές, οπορτουνιστικές δυνάμεις, σε όλη την Ευρώπη, διέσυραν αγωνιστικές αξίες, ενισχύοντας τη συντηρητικοποίηση και την αντίδραση που φέρνει η διάψευση ελπίδων και η απογοήτευση, όσο και αν η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ στη χώρα μας αλλά και άλλες τέτοιες κυβερνήσεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, βαφτίζουν “κανονικότητα” τις βάρβαρες πολιτικές τους, η μεγάλη αλήθεια δεν μπορεί να κρυφτεί.
Μια νέα κοινωνία χωρίς φτώχεια, πολέμους, κρίσεις, μπορεί να ανατείλει. Είναι ο Σοσιαλισμός- Κομμουνισμός, η κοινωνία για την οποία παλεύει το ΚΚΕ, όσο κι αν η πρώτη απόπειρα οικοδόμησής του, σε κάποιες χώρες τον 20ό αιώνα, δεν έγινε κατορθωτό να ολοκληρωθεί, ηττημένη από λάθη, αστοχίες κι ελλείψεις, μέσα σε έναν αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων.
Πλέον σήμερα, στον 21ό αιώνα, η μελετημένη πείρα, μαζί με την ίδια την αντικειμενική εξέλιξη των κοινωνιών, μπορούν να μας οδηγήσουν στη νέα κοινωνία, αν το βάλουμε στόχο οι λαοί, αν αποφασίσουμε να δείξουμε την πραγματική μας δύναμη.
Μόνο έτσι, μπορεί το έμπειρο εργατικό και επιστημονικό δυναμικό της χώρας να αξιοποιηθεί στο έπακρο, με κριτήριο την εξασφάλιση της λαϊκής ευημερίας.
Μόνο έτσι μπορούν οι αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας να αξιοποιηθούν με στόχο την πραγματοποίηση της κοινωνικής ευημερίας σε επίπεδο ανάλογο της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, των επιστημών και της τεχνολογίας.
Μόνο έτσι ο λαός μπορεί να απολαμβάνει τον πλούτο που παράγει, έχοντας την εξουσία στα δικά του χέρια, εξασφαλίζοντας πραγματική δημοκρατία και μετατρέποντας σε πρωταγωνιστές της κοινωνικής ζωής αυτούς που σήμερα βρίσκονται στο περιθώριο: Τον εργαζόμενο, το νέο, το συνταξιούχο.
Ο “μάγος”, προκαλεί όλο και μεγαλύτερες αντιθέσεις, όλο και πιο άλυτες αντιφάσεις, αλλά δεν θα αποσυρθεί μόνος του. Αγριεύει όλο και περισσότερο για να επιβάλει τα “θέλω” του.
Όσο οι εργατικοί αγώνες δημιουργούν και διευρύνουν ρωγμές στο σύστημα, σπάζοντας τον συμβιβασμό, την μοιρολατρία, τόσο ο “μάγος” θα απομυθοποιείται ως αυτό που πραγματικά είναι: Ένας δύσκολος, αλλά όχι ανίκητος αντίπαλος.
Φίλες και φίλοι,
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Ας προσθέσουμε όμως και έναν ακόμα παράγοντα που εδραιώνει την επαναστατική αισιοδοξία: Είναι η συμβολή της δημιουργικής ανάπτυξης του μαρξισμού-λενινισμού στη διαδικασία της γνώσης, στη θεμελίωση βασικών επιστημονικών εννοιών, στην επιστημονική πρόοδο.
Με άλλα λόγια, η αισιοδοξία μας εδράζεται στα ευεργετικά αποτελέσματα που μπορούν να προκύψουν από τη δημιουργική αλληλεπίδραση της ανάπτυξης της μαρξιστικής – λενινιστικής κοσμοθεωρίας και της εξειδικευμένης επιστημονικής έρευνας σε κάθε κλάδο και σε επιμέρους επιστημονικό αντικείμενο.
Η αφομοίωση της επιστημονικής κατακτημένης γνώσης του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού, σχετικά με τους νόμους εξέλιξης της φύσης και της κοινωνίας, η κατανόηση της διαλεκτικής λογικής, αποτελεί το στέρεο φιλοσοφικό υπόβαθρο που μπορεί να αναπτύξει την επιστημονική έρευνα σε κάθε τομέα.
Η γνώση της λογικο-ιστορικής μεθόδου για την εξέταση των αντιθέσεων, των αντιφάσεων που καθορίζουν την κίνηση στη φύση και στην κοινωνία αποτελεί μέθοδο αντίληψης κι επιστημονικής εργασίας, η οποία αποτελεί απαραίτητο εφόδιο στη μελετητική κι ερευνητική εργασία κάθε επιστήμονα.
Ο μαρξισμός-λενινισμός δεν είναι μια συλλογή δογμάτων και θέσεων αποσπασμένων από τον ιστορικό χρόνο. Δεν αποτελεί μια κλειστή, αποστεωμένη, τελειωμένη διδασκαλία.
Ο μόνος τρόπος ύπαρξης και συνεχούς επιβεβαίωσης του μαρξισμού ως επαναστατικής κοσμοθεωρίας είναι η συνεχής δημιουργική ανάπτυξή του. Δημιουργική ανάπτυξη που δεν έχει φυσικά καμιά σχέση με την αναθεώρηση αρχών, νομοτελειών, κατηγοριών που κατακτήθηκαν μέχρι σήμερα.
Δεν έχει καμιά σχέση με τις οπορτουνιστικές, δήθεν νέες κριτικές αναγνώσεις του Μαρξ, που επιχειρούν να εξουδετερώσουν το επαναστατικό πρόταγμα του μαρξισμού και να τον εμφανίσουν ως μια απλή μέθοδο για τη μελέτη ενός “αθάνατου καπιταλιστικού συστήματος”, το οποίο μπορεί να σηματοδοτεί το τέλος της Ιστορίας, των κοινωνικο-οικονομικών σχηματισμών.
Η δημιουργική ανάπτυξη του μαρξισμού-λενινισμού δεν περιορίζεται μόνο στην υπεράσπιση της επαναστατικής κατεύθυνσης, στην απλή επανάληψη, διάδοση κι εκλαΐκευση κάποιων θεμελιωδών νομοτελειών ή της βασικής αντίθεσης ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία που μπορεί να λυθεί μόνο επαναστατικά, όπως ανέδειξαν οι κλασικοί του μαρξισμού.
Η δημιουργική ανάπτυξη του μαρξισμού, επιχειρεί να ερευνήσει, να αξιοποιήσει, να σκύψει πάνω από κάθε νέο, σύνθετο γνωστικό αντικείμενο το οποίο γεννά η τεχνολογική κι επιστημονική εξέλιξη, καθώς και η ιστορική εξέλιξη της ταξικής πάλης και γενικότερα της κοινωνίας.
Ο Λένιν εύστοχα τόνιζε, ότι για τη μελέτη του κομμουνισμού δεν αρκεί να γνωρίσουμε όσα λένε τα κομμουνιστικά έργα και τα εκλαϊκευτικά φυλλάδια, γιατί έτσι θα βγάλουμε κομμουνιστές παπαγάλους. Και εδώ δεν μπορούμε παρά να υπενθυμίσουμε το μεγάλο ενδιαφέρον του Μαρξ επίσης για τα μαθηματικά, τη χημεία, τη βιολογία.
Και βεβαίως, η επαλήθευση μπορεί να περιέχει και την επιλάθευση, όχι με την ιδεαλιστική προσέγγιση αστών διανοητών, αλλά με τη συνεχή ανάπτυξη της έρευνας που πατά πάνω στην ίδια την εξέλιξη της Επιστήμης, την θεωρητική γενίκευση των φυσικών και κοινωνικών φαινομένων, τη μελέτη της ιστορικής γνώσης και εξέλιξης, την κατάκτηση και αξιοποίηση της πείρας και της εμπειρίας, όπως και τελικά τη συνδυασμένη αξιοποίηση όλων αυτών, τόσο στη θεωρητική σκέψη και ανάλυση, όσο και στην πρακτική υλοποίησή τους στην τακτική και στρατηγική, στην καθημερινή πράξη.
Μόνο αν συνεχίσουμε αποφασιστικά σ’ αυτόν το δημιουργικό δρόμο της μαρξιστικής έρευνας, μόνο αν σκύψουμε τολμηρά σε κάθε αντίφαση, κάθε ασυμφωνία της υπάρχουσας θεωρητικής επεξεργασίας με την πραγματικότητα, μόνο αν αξιοποιήσουμε την εξέλιξη των σύγχρονων επιστημών, θα μπορέσουμε να συμβάλουμε αποτελεσματικά στην επαναστατική δράση για την κοινωνική απελευθέρωση.
Φυσικά, όλες αυτές οι αντικειμενικές δυνατότητες θα μείνουν για πάντα αναξιοποίητες χωρίς την αποφασιστική δράση της επαναστατικής πρωτοπορίας, του Κομμουνιστικού Κόμματος, χωρίς τη δράση του επαναστατικού εργατικού κινήματος.
Φίλες και φίλοι,
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Μόνο το Κομμουνιστικό Κόμμα, ως φορέας της διαλεκτικής ενότητας της επαναστατικής θεωρίας με την επαναστατική πράξη, μπορεί να διασφαλίσει ότι αυτές οι δυνατότητες θα αξιοποιηθούν προς όφελος της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα έχει καθήκον -όπως προαναφέραμε- να αναπτύσσει τη μαρξιστική θεωρία, καθώς αναπτύσσεται και το αντικείμενο που μελετά η θεωρία, δηλαδή η ίδια η ζωή σ’ όλες τις μορφές της. Και σ’ αυτό το καθήκον είναι κεντρικής σημασίας οι δεσμοί του με τον κόσμο της επιστήμης και ιδιαίτερα της έρευνας.
Το Κόμμα μας, το ΚΚΕ, που το 2018 συμπλήρωσε έναν αιώνα αγώνων και θυσιών, είναι περήφανο γιατί απέδειξε ότι είναι το μόνο κόμμα της ελληνικής κοινωνίας που παλεύει σταθερά για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Οι αμέτρητες σελίδες της ηρωικής δράσης του συμβαδίζουν με την προσπάθεια συμβολής του στην ανώτερη μορφή ταξικής πάλης, στη θεωρητική, παρά τα όποια λάθη και αδυναμίες της στρατηγικής του σε διάφορες περιόδους.
Σε πολύ δύσκολες συνθήκες το ΚΚΕ μπόρεσε να εμπνεύσει δημιουργικά, να εξοπλίσει θεωρητικά πλήθος επιστημόνων στο συγκεκριμένο έργο τους και ταυτόχρονα να αξιοποιήσει τη δουλειά τους στα διαφορετικά επιστημονικά αντικείμενα για να αναβαθμίσει την ιδεολογική-πολιτική παρέμβαση του Κόμματος.
Τα τελευταία 30 χρόνια, σε συνθήκες αντεπανάστασης και μεγάλης υποχώρησης του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, το ΚΚΕ προσπάθησε να εξετάσει αυτοκριτικά, με βάση τις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού, την πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης που επέτρεψε τη νίκη της αντεπανάστασης και τα προβλήματα της στρατηγικής που ακολούθησε το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα κατά τον 20ό αιώνα.
Την ίδια ώρα, το Κόμμα ξεκινούσε την προσπάθεια για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και αντιπάλευε την πολιτική επίθεση του κεφαλαίου, που φυσικά κλιμακώθηκε.
Καρπός αυτής της σύνθετης κι επίπονης προσπάθειας για σύγχρονη επιστημονική μαρξιστική επεξεργασία ήταν η νέα στρατηγική αντίληψη που αποτυπώθηκε στο νέο Πρόγραμμα του ΚΚΕ στο 19ο Συνέδριο το 2013 και τα συμπεράσματα της πείρας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης που αποτυπώθηκαν στο 18ο Συνέδριο του Κόμματος, αλλά και η μελέτη της ιστορίας του ΚΚΕ, στο έδαφος της ιστορίας της Ελλάδας, της σχέσης της με τα βαλκανικά και άλλα ευρωπαϊκά κράτη, της διασύνδεσης της πορείας της ταξικής πάλης στην Ελλάδα με τη διεθνή ταξική πάλη.
Πρόκειται για μια δύσκολη προσπάθεια που συνεχίζεται, παράλληλα με τις πρωτοβουλίες του ΚΚΕ για την ανασυγκρότηση του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος.
Σ’ αυτόν το δρόμο συνεχίζουμε αποφασιστικά. Σ’ αυτόν το δρόμο καλούμε κάθε προοδευτικό επιστήμονα, και ιδιαίτερα τους μισθωτούς επιστήμονες να συμπορευτούν με το επαναστατικό εργατικό κίνημα, να συμβάλουν στην αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών, στην ισχυροποίηση του ΚΚΕ.
Να αξιοποιήσουν οι Έλληνες εργαζόμενοι μετανάστες, επιστήμονες, φοιτητές, την δυνατότητα με την ψήφιση του νόμου για την ψήφο των αποδήμων, ώστε να γίνει μαζική εγγραφή όλων σας στους εκλογικούς καταλόγους που δημιουργούνται αυτό το διάστημα, για να δυναμώσουμε παντού, τη μοναδική φωνή και δύναμη που μπορεί να κινήσει αποτελεσματικά τον τροχό της προόδου μπροστά, σε όφελος της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας.
Καλούμε τους μισθωτούς επιστήμονες κι ερευνητές, τους μεταπτυχιακούς υπότροφους, να αγωνιστούν μαζί με τους υπόλοιπους εργαζόμενους, για συμβάσεις εργασίας για όλους, με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, στο ύψος των σύγχρονων αναγκών.
Καλούμε κάθε προοδευτικό επιστήμονα να προσπαθήσει να αφομοιώσει τη μαρξιστική κοσμοθεωρία και να συμβάλει στη διαλεκτική υλιστική προσέγγιση του ιδιαίτερου επιστημονικού αντικειμένου του.
Καλούμε όλους τους επιστήμονες να αντιταχτούν ενεργά και πολύμορφα στα επικίνδυνα σχέδια του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, που αυξάνουν τον κίνδυνο για έναν πιο γενικευμένο ιμπεριαλιστικό πόλεμο.
Καλούμε κάθε επιστήμονα να συμβάλει με κάθε δυνατό τρόπο για να έρθει πιο γρήγορα το μέλλον, να γυρίσει ξανά ο τροχός της Ιστορίας μπροστά, να καταργηθεί η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Η σημερινή εκδήλωση αποτελεί μόνο την αρχή, για μια πιο συστηματική προσπάθεια αξιοποίησης της επιστημονικής γνώσης, για τη νίκη του σοσιαλισμού-κομμουνισμού. Η παρουσία σας σήμερα εδώ είναι ελπιδοφόρα, δείχνει ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε.
Υποδεχόμαστε με αισιοδοξία το 2020, όσο ζοφερό και αν φαίνεται πως θα είναι. Στις σύγχρονες προκλήσεις, απαντήσεις μπορεί να δώσει η καθημερινή δράση, οι εκτιμήσεις και η πρόταση εξουσίας που καταθέτει το ΚΚΕ στον λαό, ώστε αυτή να γίνει υπόθεση της πάλης και του αγώνα του».