Την επομένη κιόλας της υπερψήφισης του πολυνομοσχεδίου και ακολούθως της ολοκλήρωσης της «αξιολόγησης», τα κυβερνητικά και κομματικά επιτελεία πήραν φωτιά, μην κρύβοντας την ικανοποίησή τους εν αναμονή του ρευστού με το οποίο θα ενισχυθεί η καπιταλιστική οικονομία. Για να μην ηχούν παράταιρα και προκλητικά τα περί «επιτυχίας», στο φόντο του εκτρωματικού πολυνομοσχεδίου, περιβλήθηκαν από αυταπάτες στο λαό ότι κάτι θα περισσέψει και γι’ αυτόν και ότι με κάποιον τρόπο θα «λειανθούν» οι πλέον αντιλαϊκές αιχμές των μέτρων που ψηφίστηκαν.
Ο ίδιος ο Αλ. Τσίπρας, που τόλμησε να υποστηρίξει ότι «βγήκαμε αλώβητοι» απ’ την κρίση με το λαό να αιμορραγεί, ισχυρίστηκε μετά τη συνάντηση που είχε την Τετάρτη με τον Δ. Αβραμόπουλο: «Εχουμε μια σημαντική ευκαιρία (…) να δουλέψουμε με σοβαρότητα για να μπορέσουμε να ξαναοικοδομήσουμε μια οικονομία σταθερή αλλά και μια δίκαιη ανάπτυξη (…) Η ανάπτυξη έρχεται, αλλά έχει σημασία, αυτή τη φορά, το πλεόνασμα της ανάπτυξης να κατανεμηθεί με δικαιοσύνη στον ελληνικό λαό».
Μπορεί στα λαϊκά νοικοκυριά να μοίρασε «ακάλυπτες επιταγές», όπως άλλωστε συνηθίζουν, για το κεφάλαιο όμως ο πρωθυπουργός είχε «μετρητά στο χέρι». Σχολιάζοντας τις αποφάσεις του Γιούρογκρουπ ανέφερε: «Νομίζω ότι το σημαντικότερο είναι ότι αποκαθίσταται πλήρως η σταθερότητα, φεύγει η αβεβαιότητα, τελειώνει όλη αυτή η συζήτηση για το αν η Ελλάδα μπορεί να τα καταφέρει να παραμείνει στον ισχυρό πυρήνα της Ευρώπης». Πριν παρέθεσε τα οφέλη για την «πραγματική οικονομία», που είναι «3,5 δισεκατομμύρια στους 5 επόμενους μήνες – που θα δώσει μια ώθηση στην πραγματική οικονομία. Εχουμε ακολούθως τις κινήσεις που αναμένουμε από την ΕΚΤ, την επαναφορά του waiver στα ελληνικά ομόλογα αλλά και την ένταξη των ελληνικών τραπεζών στην ποσοτική χαλάρωση, και προσδοκούμε σαφώς – και με την απόφαση που πάρθηκε χθες και είναι ίσως το πιο σημαντικό σε σχέση με το χρέος – ότι για τα επόμενα 20 σχεδόν χρόνια θα έχουμε συνολικές δαπάνες για την εξυπηρέτηση του χρέους κάτω του 15% του ΑΕΠ, που είναι το χαμηλότερο σε σχέση με όλες τις χώρες της Ευρωζώνης».
Απογειώνοντας την κυβερνητική προπαγάνδα ο υπουργός Οικονομικών, Ε. Τσακαλώτος, ισχυρίστηκε την Παρασκευή αφενός ότι τα μέτρα δεν είναι και τόσο άδικα αφετέρου ότι ανοίγουν δρόμο στο …παράλληλο πρόγραμμα της κυβέρνησης!
«Κάνουμε τεράστιες προσπάθειες να είναι λιγότερο άδικα τα μέτρα και να έχουν ταξική χροιά, να βοηθήσουμε (…) Βάλαμε πολύ λίγο φόρο στους πιο φτωχούς (…) και στις συντάξεις κάναμε το ίδιο (…) Ενα κομμάτι των φτωχών ανθρώπων χτυπιέται από τη μείωση του αφορολόγητου, αλλά λίγο», υποστήριξε.
Κι αφού πέταξε και το «δόλωμα» των πολύ χειρότερων μέτρων που τάχα ζητούσαν οι δανειστές – αύξηση 10% στους φόρους στο ηλεκτρικό και το νερό, αφορολόγητο 6.000 ευρώ κ.ά. – έταξε αναπτυξιακά μέτρα στα νησιά όπου καταργείται ο μειωμένος ΦΠΑ, ισοδύναμα για την αποζημίωση των συνταξιούχων που επιστρέφουν το ΕΚΑΣ και κατέληξε απογειώνοντας τον εμπαιγμό:«Ολα αυτά (σ.σ. τα αντιλαϊκά μέτρα) γίνονται για να ξεδιπλωθεί το παράλληλο πρόγραμμα» της κυβέρνησης.Εξήγησε ότι αναφέρεται στα μέτρα «που “παρκάραμε”: Για το εισόδημα, τις συντάξεις (…) για να μπορέσει η χώρα να έχει Υγεία (…) Είμαστε κοντά να αλλάξουμε τον φαύλο κύκλο σε έναν ενάρετο (…) Τα βάρη θα μοιραστούν με πιο ίσιο τρόπο»..!
Η κυβερνητική εκπρόσωπος δεν κουράστηκε όλη τη βδομάδα να αναλύει την «απόδοση» που θα έχει η απόφαση του Γιούρογκρουπ στους επιχειρηματικούς ομίλους. «Ελαττώνονται οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας (…) μείωση του ρίσκου, άρα ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον», διακήρυττε σε κάθε της παρέμβαση, διαβεβαιώνοντας ταυτόχρονα την αστική τάξη ότι «για την κυβέρνηση ξεκινά ένας καινούργιος, αλλά πραγματικά δημιουργικός – που θα τον δώσουμε όλοι με μεγάλη χαρά – αγώνας δρόμου, προκειμένου να βγούμε γρήγορα από το φαύλο κύκλο. Δηλαδή, ανάπτυξη. Εδώ υπάρχει συνολικός σχεδιασμός (…) Στόχος είναι στο δεύτερο εξάμηνο του έτους να περάσουμε σε αναπτυξιακούς ρυθμούς».
Είχε προηγουμένως εξηγήσει ότι απ’ τη δόση των 10 περίπου δισ. τα «3,5 δισ. ευρώ θα αποδοθούν το επόμενο διάστημα στην πραγματική οικονομία, παρέχοντας πολύτιμη ρευστότητα» (τα υπόλοιπα θα πάνε στην «εξυπηρέτηση» του κρατικού χρέους), ότι «εξασφαλίστηκε για μακρύ χρονικό διάστημα η χρηματοδότηση της οικονομίας, με πολύ ευνοϊκούς όρους», ότι «δημιουργούνται οι προϋποθέσεις εξόδου της χώρας στις αγορές».
Κι ενώ στο κεφάλαιο έταξε «πολύτιμη ρευστότητα», στο λαό ηΟλγα Γεροβασίλη έταξε «μέρισμα» της ανάπτυξης, ισχυριζόμενη: «Εχουμε ήδη αποδείξει ότι πρωταρχικό μας μέλημα ήταν και είναι η δίκαιη κατανομή των βαρών στους Ελληνες πολίτες. Το ίδιο προοδευτικό κοινωνικό πρόσημο ισχύει και για την επόμενη ημέρα, της οικονομικής ανάκαμψης». Στο φόντο των κυβερνητικών πεπραγμένων, τέτοιες δηλώσεις βέβαια δεν ηχούν ως υπόσχεση αλλά ως απειλή και τέτοια στην πραγματικότητα συνιστούν.
Εναλλάσσοντας το καρότο με το μαστίγιο, η κυβερνητική εκπρόσωπος επανήλθε αργότερα και απείλησε το λαό ότι αν δεν κάτσει φρόνιμα και παρεμποδίσει την επίτευξη του στόχου της ανάπτυξης, θα το πληρώσει ακριβά. «Διότι μέσα σε όλο αυτό υπάρχει το ζήτημα των πρωτογενών πλεονασμάτων, υπάρχουν τα ζητήματα των μνημονιακών υποχρεώσεων, τα οποία θα πρέπει να καλύψουμε, προκειμένου στην τριετία να μπορέσουμε με ασφάλεια να φθάσουμε και το στόχο του 3,5% και να βγούμε από τη δίνη των μνημονίων», ανέφερε.
Η επιχείρηση χειραγώγησης του λαού περιλαμβάνει βεβαίως πολλά και διάφορα τερτίπια, όπως συνάγεται και απ’ τις δηλώσεις Καμμένου, Βούτση και άλλων για την κατάργηση του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά. Οι κύριοι αυτοί αφού ψήφισαν το μέτρο προσπάθησαν τις επόμενες μέρες να πετάξουν από πάνω τους την ευθύνη και να τη φορτώσουν στους …κακούς δανειστές, εμπαίζοντας το λαό – τους νησιώτες εν προκειμένω – με υπονοούμενα ότι η αδικία θα αρθεί με κάποιον τρόπο…
Το θέμα άνοιξε ο υπουργός Αμυνας, Π. Καμμένος, ο οποίος σε ομιλία του στη Σύρο ανέφερε: «Η αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά είναι μία πράξη εγκληματική, μία απόφαση αντισυνταγματική(…) Δυστυχώς – στο θέμα των νησιών έφτασα μέχρι και την παραίτηση –δεν μπορέσαμε να κερδίσουμε αυτό το στοίχημα (…) όμως παραμένει πρώτη προτεραιότητα να μπορέσουμε πολύ σύντομα (…) να επαναφέρουμε τη συνταγματική διάταξη 101 του Συντάγματος για την ιδιαιτερότητα της νησιωτικότητας»…
Ακολούθησε ο πρόεδρος της Βουλής, Ν. Βούτσης, που δήλωσε ότι το μέτρο κινείται «στα όρια της αντισυνταγματικότητας»και είναι «πάρα πολύ προβληματικό». «Μας είχε σοκάρει, πέρυσι το καλοκαίρι που το διαπραγματευόμασταν, η επιμονή των εταίρων να επιβληθεί. Φαινόταν ότι είχε στοιχεία ανταγωνιστικότητας», ισχυρίστηκε.
Ομοίως, ο βουλευτής Δωδεκανήσου του ΣΥΡΙΖΑ, Ηλ. Καματερός, χαρακτήρισε το μέτρο «απαράδεκτο», υποστηρίζοντας επιπλέον: «Και ξέρουμε όλοι κάτω από ποιες πιέσεις το ψηφίσαμε».
Τα υπονοούμενα περί άρσης του συγκεκριμένου μέτρου κατέρριψε με κατηγορηματικό τρόπο την Πέμπτη ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Γ. Χουλιαράκης, απαντώντας με ένα ηχηρό «όχι» σε ερώτηση αν η κυβέρνηση σκοπεύει να το καταργήσει.
Είχαν προηγηθεί για το σύνολο της εφαρμοζόμενης πολιτικής τοποθετήσεις, όπως του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, Γ. Δραγασάκη, ο οποίος, μιλώντας σε συνέδριο του ΣΕΒ, έκανε λόγο για «πίεση ασφυκτικής εποπτείας», αλλά και του βουλευτή Τ. Μηταφίδη ότι τάχα η κυβέρνηση εκβιάζεται «με όλη τη σημασία του όρου»…
Την αποφώνηση του «καραγκιόζ μπερντέ» έκαναν στο τέλος της βδομάδας ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Σ. Φάμελλος και η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνια Σβίγκου. Ο πρώτος ισχυρίστηκε πως την «απόδοση της ελληνικής οικονομίας, που θα έχουμε κάθε χρόνο, ως πρωτογενές πλεόνασμα σε σύγκριση με τη συμφωνία, θα την επιστρέφουμε στην κοινωνία (…) Κάθε χρόνο που θα πηγαίνουμε καλύτερα το φορολογικό μείγμα θα βελτιώνεται»…
Η δεύτερη είπε ότι «το πρώτο ζητούμενο αφενός είναι πώς θα προστατεύσουμε τους πιο αδύναμους συμπολίτες μας από τις αρνητικές επιπτώσεις της συμφωνίας (…) Το έργο της κυβέρνησης δεν εξαντλείται στην υλοποίηση της συμφωνίας και μόνο (…) Αφορά σε ένα πλέγμα δραστηριοτήτων το οποίο δεν εξαντλείται μόνο στην εφαρμογή της συμφωνίας, ακριβώς για να υπάρχει αντιστάθμισμα στις αρνητικές επιπτώσεις της συμφωνίας».
Στην πραγματικότητα, αυτό που τους καίει είναι αυτό που ομολόγησε μέσες άκρες η Ράνια Σβίγκου, μετά τα παραπάνω, ότι δηλαδή κοινός στόχος κυβέρνησης και κόμματος για το επόμενο διάστημα είναι η χειραγώγηση του λαού, ζήτημα κρίσιμο για την απρόσκοπτη υλοποίηση της ταξικής υπέρ του κεφαλαίου πολιτικής τους: «Αυτό που έχει σημασία το επόμενο διάστημα είναι το πώς οι κοινωνικές συμμαχίες του ΣΥΡΙΖΑ θα διατηρηθούν και θα ενισχυθούν…»!